Ιστορικά Στοιχεία

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΝΑΟΥ

Συγγραφή:

Τσουλφαΐδου Βίκυ-Αννέτα

Νοσηλεύτρια ΤΕ, Νηπιαγωγός, MSc στην Εκπαίδευση Ενηλίκων

Ο ναός των Ταξιαρχών βρίσκεται στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για ένα υστεροβυζαντινό μνημείο, που ανεγέρθη τον 14ο αιώνα, την εποχή της αναγέννησης των Παλαιολόγων. Η αρχική αφιέρωση στους δύο αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, αμφισβητείται και η ονομασία του ναού στο παρελθόν, παραμένει άγνωστη. Από άποψη τυπολογίας, ο ναός περιγράφεται αρχικά, ως «βασιλική ή δρομικός ναός με περισσότερο». Ο ναός αποτελείται από δύο ορόφους, την ανωδομή και την κρύπτη. Στην ανωδομή διασώζονται δυο παλαιές αγιογραφίες, τρεις μαρμάρινοι κίονες, δύο οδοντωτά αετώματα και ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος στην ανατολική και νότια πλευρά του ναού. Η κρύπτη, διαιρείται σε επιμέρους διαμερίσματα και στο εσωτερικό της, διασώζονται αρκοσόλια που χρησίμευαν ως χώροι ταφής.Ο ναός ,σύμφωνα με τη νέα έρευνα, ήταν αρχικά ένα μονόχωρο ταφικό παρεκκλήσι, που εντάσσονταν στα πλαίσια ενός ευρύτερου μοναστικού συγκροτήματος. Στην Τουρκοκρατία μετατράπηκε σε τζαμί, με περίφημο μιναρέ με δύο εξωτέρους. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης , ο ναός επαναλειτούργησε ως χριστιανική εκκλησία. Στις μέρες μας , ο ναός παρουσιάζει πολλές ανακατασκευές και προσθήκες και ελάχιστα θυμίζει το αρχικό κτίσμα.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ο ναός των Ταξιαρχών, βρίσκεται στην οδό Θεοτοκοπούλου, στο βορειοανατολικό τμήμα της Άνω Πόλης, δεξιά για αυτόν που ανεβαίνει προς την οδό Ακροπόλεως. Ο ναός απέχει λίγα μέτρα από ένα άλλο σημαντικό μνημείο της βυζαντινής αρχιτεκτονικής, το βυζαντινό λουτρό.

E:\ΠΤΥΧΙΑΚΗ-ΤΑΜΠΑΚΗ\Ταξιάρχες _ Thessaloniki4all_files\432-Taksiarxes_03resized.jpg

Εικόνα 1:Είσοδος Ιερού Ναού Ταξιαρχών

Πρόκειται για ένα μνημείο, που τόσο η ονομασία του, όσο και η ιστορία του, κατά τα βυζαντινά χρόνια, παραμένει άγνωστη. Παλαιότερα, είχε διατυπωθεί η άποψη ότι πρόκειται για τον ναό των Αγίων Ασωμάτων, υπόθεση που εγκαταλείφθηκε σχετικά γρήγορα. Σύμφωνα με την παράδοση, πιστεύετε ότι και κατά τα βυζαντινά χρόνια η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στους Αρχαγγέλους Μιχαήλ και Γαβριήλ, όπως και σήμερα. Την άποψη αυτή , έρχεται να ενισχύσει και η παρουσία δύο εξωτών του μιναρέ , που είχε ο ναός , όταν μετατράπηκε σε τζαμί, μετά την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Τούρκους στα 1430. ,που προστάτευαν τον χριστιανικό πληθυσμό της πόλης. Είναι γεγονός, ότι ο ναός μετατράπηκε σε τζαμί από τον Γαζή Χουσείν Μπέη και μάλιστα είχε, όπως προαναφέραμε δύο εξωφρενείς,στοιχείο που τον καθιστούσε μοναδικό στο είδος του ,στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Από το στοιχείο αυτό, πήρε και το όνομα του κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, ήταν δηλαδή το Τζαμί των δύο εξωτών (Ικί Σεριφέ Τζαμί, όπου Σεριφέ: Ο δύο εξωστρέφεις). Την ονομασία αυτή διατήρησε ο ναός, ως τούρκικο τζαμί, ως την απελευθέρωση στα 1912, οπότε έγινε και πάλι χριστιανική εκκλησία , αφιερωμένη στους Ταξιάρχες. Το αρχικό μνημείο του 14ου αιώνα είναι δύσκολο να αναγνωριστεί στις μέρες μας, όπως μαρτυρούν και οι τωρινές φωτογραφίες. γίνεις, στα εξακόσια χρόνια που μεσολάβησαν , ποικίλες επισκευές, ανακατασκευές και προσθήκες .

E:\ΠΤΥΧΙΑΚΗ-ΤΑΜΠΑΚΗ\Ταξιάρχες _ Thessaloniki4all_files\433-Taksiarxes_01resized.jpg

Εικόνα 2: Ιερός Ναός Ταξιαρχών-Προαύλιο

 

Η Θεσσαλονίκη ,μέσα από τις ιστορικές ζυμώσεις του 14ου αιώνα, γνωρίζει μια πρωτοφανή ανάπτυξη, σε όλους τους τομείς. Η επαφή με τους Φράγκους επηρέασε θετικά τους Έλληνες και έδωσε νέα ώθηση στη ζωή της πόλης. Πέραν από την οικονομική ανάπτυξη λόγω του εμπορίου, ακμάζουν και οι τέχνες και τα γράμματα, με μια φανερή στροφή προς τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Η Θεσσαλονίκη του 14ου αιώνα γίνεται μια λαμπρή εστία ελληνικών σπουδών και προσπαθεί να μιμηθεί την Αρχαία Αθήνα. Οι λόγοι της εποχής που ασχολούνται με τα 'κοινά', διατυπώνουν απόψεις για τις κοινωνικές ανισότητες, υπερασπίζονται τους φτωχούς και τους αδύναμους.Διανύουμε την περίφημη περίοδο της Παλαιολόγειας Αναγέννησης, όπου ακμάζουν οι τέχνες της καλλιγραφίας, της μικρογραφίας, της ζωγραφικής και της αρχιτεκτονικής. Ο ναός των Ταξιαρχών που μελετάμε σε αυτή την εργασία, αποτελεί ένα θαυμάσιο μνημείο αυτής της περιόδου.

Η Θεσσαλονίκη παραμένει στο Βυζάντιο μέχρι το 1423 και διοικείται από διάφορους διοικητές, με τελευταίο τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο(1416-1423), γιό του Μανουήλ Β'. Η τουρκική παρουσία στην περιοχή είναι έντονη και πιεστική. Τελικά στα 1423 η πόλη παραδίδεται στους Βενετούς,μετά από συμφωνία που διασφάλιζε τα προνόμια των κατοίκων της πόλης. Οι Βενετοί χαίρονται ιδιαίτερα για αυτήν την εξέλιξη ,αλλά η χαρά αυτή δεν θα κρατήσει πολύ. Ο Σουλτάνος Μουράτ Β΄ εξαγριώνεται από τις αναφορές και την παράδοση της πόλης. Οι Βενετοί άρχοντες δεν τηρούν τους όρους της συμφωνίας και οι Τούρκοι περικυκλώνουν από παντού την πόλη, απομονώνοντας την. Οι συνθήκες διαβίωσης για τους κατοίκους, γίνονται όλο και χειρότερες.Ο λαός είναι απογοητευμένος και υποφέρει από την φτώχεια. Η Θεσσαλονίκη ερημώνει και δεν θυμίζει σε τίποτα την λάμψη του παρελθόντος.

Στα χρόνια που ακολουθούν η Θεσσαλονίκη βρίσκεται κάτω από τον τουρκικό ζυγό μέχρι το 1912, όταν και απελευθερώνεται.

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Σε όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας η αρχιτεκτονική κατευθύνεται κυρίως, στην ανέγερση εκκλησιών. Τα εκκλησιαστικά αυτά κτίρια , που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και «μεσαίωνα», έχουν κατασκευαστεί με παρόμοιους τρόπους. Κυριάκος σκοπός της κατασκευής τους, υπήρξε η κάλυψη των θρησκευτικών αναγκών των κατοίκων. Παρά το μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έναρξη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μέχρι και τη δύση της, παρατηρούμε ότι τόσο οι δημιουργοί όσο και οι χρήστες κράτησαν μια συντηρητική στάση απέναντι στα μνημεία αυτά. Από πλευράς δημιουργών υπάρχει συνεχής αναδρομή στο παρελθόν και τελειοποίηση του κεκτημένου. Τα παραπάνω έχουν ως αποτέλεσμα, να διαμορφώνεται στα χρόνια της Βυζαντινής αυτοκρατορίας μια κοινή εικαστική γλώσσα, που παραμένει αμετάβλητη στο βάθος των αιώνων. Έτσι γίνεται δυνατό, μνημεία του μακρινού παρελθόντος να μην συνδεθούν με πιο όψιμα δείγματα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής. Οι βυζαντινοί αρχιτέκτονες, ελάχιστα επηρεάζονται από ξένες επιρροές ,παρά το γεγονός ότι υπάρχει έντονη αρχιτεκτονική δραστηριότητα και εκτός του Βυζαντίου. Έτσι φτάνουμε στο σημείο στις μέρες μας ,να διασώζονται πολλά βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία που αποτελούν ένα ανεκτίμητο μνημείο για τη χώρα μας.

Ίδρυση και εξέλιξη

Η ίδρυση του ναού τοποθετείται γύρω στον 14 ο αιώνα και αυτό γίνεται βάση της χρονολόγησης των στιλιστικών του στοιχείων. Τα απομεινάρια των τοιχογραφιών στο εσωτερικό του ναού, τοιχογραφίες που θα μελετηθούν στη συνέχεια, τοποθετούνται χρονολογικά στα τέλη του 14ου αιώνα ή κατά μια άλλη άποψη στις αρχές του ίδιου αιώνα. Επίσης, ο κεραμοπλαστικός διάκοσμος και τα διακοσμητικά μοτίβα της τοιχοποιίας του ναού, τοποθετούνται στο ευρύτερο πλαίσιο του 14ου αιώνα . Η τοιχοδομία του ναού, παρουσιάζει ομοιότητες με άλλα υστεροβυζαντινά μνημεία του 14 ουαιώνα, όπως ο Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός και ο ναός της Μονής Βλατάδων. Τα τυφλά τόξα της ανατολικής πλευράς, παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες ,με αυτά των Αγίων Αποστόλων. Έτσι, απορρίπτονται οι ισχυροί από παλαιότερους μελετητές (Diehl-Tafrali) που υποστηρίζουν αντίστοιχα ,ότι ο ναός χτίστηκε κατά τον 12 ο αιώνα και ότι η ταφική κρύπτη είναι παλιά του ναού. Όλα τα στοιχεία συνηγορούν ότι ο ναός κτίστηκε κατά τον 14 ο αιώνα και η κρύπτη αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του από την αρχή.

Εικόνα 3: Ανατολική πλευρά ναού-Κεραμοπλαστικός διάκοσμος


Ο ναός , σύμφωνα με την παράδοση, ονομάστηκε εκκλησία των Ταξιαρχών. Η άποψη αυτή στηρίζεται στη μετέπειτα μετατροπή του ναού σε τζαμί, την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το τζαμί αυτό είχε δύο εξώστες (Iki SerifeCammi), οι οποίοι συμβόλιζαν κατά την λαϊκή

δοξασία τους δύο Ταξιάρχες. Κατά μια πρώτη άποψη, ο ναός μετατράπηκε νωρίς σε τζαμί , από τον Gazi HuseyinBey. Η πρόταση αυτή όμως έχει αμφισβητηθεί, καθώς υπάρχουν στοιχεία που τοποθετούν τη μετατροπή αυτή αργότερα, κατά τον 17 ο αιώνα. Οι δύο εξηγήσεις του μιναρέ του τζαμιού ,αποτέλεσαν το κυρίαρχο στοιχείο, λόγω του οποίου το όνομα του ναού συνδέθηκε με τους δύο Ταξιάρχες, ως ανάμνηση της αφιέρωσής του σε αυτούς. Ο διπλός εξώστης του τζαμιού είναι γνωστός σε εμάς, μόνο μέσα από παλαιές φωτογραφίες, καθώς κατεδαφίστηκε το 1925.

Εικόνα 4: Παλαιά άποψη ναού επί Τουρκοκρατίας

Εικόνα 5: Ο μιναρές με τους δύο εξώστες

Το όνομα του ναού πριν από την περίοδο της Τουρκοκρατίας, παραμένει άγνωστο. Σύμφωνα με γραπτές πηγές, αναφέρεται ναός του Αρχαγγέλου στη Θεσσαλονίκη κατά τον 8 ο αιώνα (σε επιστολή του Θεοδώρου Στουδίτου). Ο ναός όμως, πιστεύεται πως δεν συσχετίζεται με τον ναό των Ταξιαρχών, καθώς είναι τουλάχιστον επτά αιώνες προγενέστεροι.

Εικόνα 6: Ο μιναρές του τζαμιού

Κατά μια άλλη άποψη, ο ναός έχει συνδεθεί με τον ναό των Ασωμάτων και με την πύλη των Ασωμάτων που βρίσκεται στο ανατολικό τείχος της πόλης. Ναός των Ασωμάτων υπήρχε πραγματικά στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αλλά σε τελείως διαφορετική θέση από αυτήν του ναού των Ταξιαρχών. Η δε πύλη, στο ανατολικό άκρο της Αγίου Δημητρίου, η οποία από ορισμένους μελετητές ταυτίζεται με την πύλη των Ασωμάτων, βρίσκεται πολύ μακριά από τον ναό των Ταξιαρχών. Δεν υπάρχουν δηλαδή βασικά στοιχεία, ώστε να ταυτιστεί ο ναός των Ταξιαρχών με τον ναό των Ασωμάτων. Σε σημειώσεις της Εθνικής Βιβλιοθήκης του Παρισιού, υπάρχουν πληροφορίες για τον ναό των Ασωμάτων ή των Αγίων Αγγέλων. Για τη θέση του ναού αυτού, μας πληροφορούν δύο επιστολές που βρίσκονται στη Μονή της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας, χρονολογημένες το 1531 και 1546 αντίστοιχα, στις αναφορές αναφέρεται ότι ο ναός βρισκόταν στη σημερινή θέση του ναού της Υπαπαντής, κοντά στην αψίδα του Γαλερίου. Από τον ναό αυτόν πήρε την ονομασία της , κατά πάσα πιθανότητα και η γύρω γειτονιά, γνωστή ως συνοικία των Ασωμάτων, περιοχή της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης που θεωρείται ότι βρίσκεται πιο κοντά στη Ροτόντα. Οπότε, μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια, ότι ο ναός των Ασωμάτων ή των Αγγέλων, ουδεμία σχέση μπορεί να έχει με τον εξεταζόμενο ναό των Ταξιαρχών, που βρίσκεται τελείως σε άλλη της πόλης. Τέλος, να σημειωθεί ότι ο ναός των Ασωμάτων, δεν διασώζεται πια και η τελευταία μαρτυρία για αυτόν δίνεται στα 1576 , όπου αναφέρεται ως μητρόπολη της Θεσσαλονίκης. κατά πάσα πιθανότητα και η γύρω γειτονιά, γνωστή ως συνοικία των Ασωμάτων, περιοχή της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης που θεωρείται ότι βρίσκεται πιο κοντά στη Ροτόντα. Οπότε, μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια, ότι ο ναός των Ασωμάτων ή των Αγγέλων, ουδεμία σχέση μπορεί να έχει με τον εξεταζόμενο ναό των Ταξιαρχών, που βρίσκεται τελείως σε άλλη της πόλης. Τέλος, να σημειωθεί ότι ο ναός των Ασωμάτων, δεν διασώζεται πια και η τελευταία μαρτυρία για αυτόν δίνεται στα 1576 , όπου αναφέρεται ως μητρόπολη της Θεσσαλονίκης. κατά πάσα πιθανότητα και η γύρω γειτονιά, γνωστή ως συνοικία των Ασωμάτων, περιοχή της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης που θεωρείται ότι βρίσκεται πιο κοντά στη Ροτόντα. Οπότε, μπορούμε να συμπεράνουμε με ασφάλεια, ότι ο ναός των Ασωμάτων ή των Αγγέλων, ουδεμία σχέση μπορεί να έχει με τον εξεταζόμενο ναό των Ταξιαρχών, που βρίσκεται τελείως σε άλλη της πόλης. Τέλος, να σημειωθεί ότι ο ναός των Ασωμάτων, δεν διασώζεται πια και η τελευταία μαρτυρία για αυτόν δίνεται στα 1576 , όπου αναφέρεται ως μητρόπολη της Θεσσαλονίκης.

Συμπερασματικά λοιπόν, διαπιστώνουμε ότι τόσο η ιστορία όσο και η ακριβής ονομασία του ναού, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, παραμένουν άγνωστα και μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν.



Αρχιτεκτονική του ΝαούG:\σάρωση αρχείων\7.jpg

Εικόνα 7: Αποκατάσταση της αρχικής μορφής του μνημείου

Ο ναός αποτελείται από δύο ορόφους, τον ναό και την κάτω από αυτόν, κρύπτη. Ο ναός παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ναοδομία της Θεσσαλονίκης. Θεωρητικά πιστεύεται ότι υπήρξε το καθολικό κάποιας μονής με ταφική κρύπτη, κάτωθεν αυτού.

Από άποψη τυπολογίας ο ναός περιγράφεται ως «βασιλική ή δρομικός ναός με περίστωο». Ο τύπος του ,συσχετίζεται με αυτόν του Αγίου Νικολάου του Ορφανού, που επίσης πιστεύεται ότι αποτελούσε το καθολικό κάποιας μικρής μονής. Το ανώτερο επίπεδο του ναού, εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο της ναοδομίας της εποχής των Παλαιολόγων ,στην Θεσσαλονίκη. Η κρύπτη του να εμφανίζει ταφικό χαρακτήρα, αν και δεν έχει εξακριβωθεί ότι αυτή ήταν και η αρχική της χρήση. Στην κρύπτη, έχουν βρεθεί τάφοι εντός αρκοσολίων. Η ανέγερση ναών σε δύο επίπεδα θεωρείται τυπική της μέσης και ύστερης βυζαντινής περιόδου. Δεν υπάρχουν πληροφορίες για τη λειτουργία του ναού, αλλά η έδρα του σε υψηλή βάση, προϋποθέτει ότι το κτίριο, στο παρελθόν, ήταν επιχωματωμένο μέχρι κάποιο επίπεδο.

Ο ναός κατά τη μελέτη του Ξυγγόπουλου, εμφανίζεται ως ένα τετράγωνο σχεδόν οικοδόμημα με εσωτερικές διαστάσεις 14,05χ13,65μ. , χωρίς να συμπεριλαμβάνεται σε αυτές η ημικυκλική αψίδα. Αποτελείται από ένα κεντρικό κλίτος που περιβάλλεται από τρεις πλευρές (βόρεια, δυτική και νότια) από στοά σε σχήμα Π. Στη δυτική πλευρά, έχει προστεθεί κατά τους νεότερους χρόνους, ένα είδος επιμήκους και υαλόφρακτου νάρθηκα. Όλα τα μέρη του ναού, τόσο το κεντρικό κλίτος, όσο και η περιμετρική στοά, φέρουν ξύλινη στέγη η οποία εσωτερικά παρουσιάζει ξύλινη οροφή.

G:\σάρωση αρχείων\8.jpg

Εικόνα 8: Ναός Ταξιαρχών-Κάτοψη

Το κεντρικό κλίτος, καταλήγει ανατολικά σε αψίδα που εξωτερικά είναι πεντάπλευρη, εσωτερικά ημικυκλική. Στην αψίδα αυτήν, ανοίγονται τρία παράθυρα σε δύο σειρές. Σε κάθε μια από τις μακριές πλευρές του κλίτους, υπάρχουν δύο ανοίγματα μέσα από τα οποία ο κυρίως ναός επικοινωνεί με τα εκατέρωθεν σκέλη της στοάς. Τα ανοίγματα αυτά είναι τοξωτά και λόγω της μορφής τους πιστεύεται ότι τα αρχικά ανοίγματα ήταν στενότερα και διανοίχτηκαν αργότερα από τους Τούρκους. Τόσο το βόρειο, όσο και το νότιο σκέλος της περιμετρικής στοάς, καταλήγουν ανατολικά σε δύο τετράγωνα διαμερίσματα που καλύπτονται από ημισφαιρική οροφή. Το βόρειο διαμέρισμα πιστεύεται ότι χρησίμευε ως Πρόθεση. Κάτι τέτοιο αποδεικνύεται από την αψίδα που διαθέτει, ημικυκλική εσωτερικά και τρίπλευρα εξωτερικά. Το νότιο τετράγωνο διαμέρισμα, δεν διαθέτει τέτοια αψίδα αλλά δύο παράθυρα, ένα στη νότια και ένα στην ανατολική πλευρά. Πιστεύεται ότι χρησίμευε ως Σκευοφυλάκιο. Λόγω της έλλειψης αψίδας στο νότιο διαμέρισμα, διαπιστώνεται μια έλλειψη συμμετρίας στην εξωτερική ανατολική πλευρά του ναού. Αυτή η ασυμμετρία μεταξύ της εξωτερικής πλευράς των δύο διαμερισμάτων, έρχεται να ενισχυθεί διότι και το πάχος των τοίχων που κλείνουν προς τα δυτικά, είναι διαφορετικό. Επίσης διαφορετικά ,είναι και τα τυφλά εσωτερικά τόξα που υποβαστάζουν την ημικυκλική οροφή, που παρουσιάζονται πιο κανονικά στο νότιο διαμέρισμα. Αυτό δημιουργεί την εντύπωση, ότι ίσως το βόρειο διαμέρισμα, δέχτηκε κάποιες επισκευές κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και ίσως μετατράπηκε σε Πρόθεση μεταγενέστερα. Σε αυτή την περίπτωση τα δύο διαμερίσματα, ίσως αρχικά ,ως παρεκκλήσια. Για να επιβεβαιωθείτε αυτή η υποψία,

G:\σάρωση αρχείων\6.jpg

Εικόνα 9: Ναός Ταξιαρχών-Ανατολική πλευρά

Η εξωτερική πλευρά της βόρειας πλευράς, αποτελείται από συνεχή τοίχο που φέρει, εξωτερικά, τυφλά και επάλληλα τόξα. Από τα τόξα αυτά, διασώθηκε ένα τόξο στο ανατολικό άκρο του τοίχου και μισό ,κοντά στο πρώτο. Το υπόλοιπο μέρος του τοίχου είναι τουρκικών χρόνων , εκτός της Βορειοδυτικής γωνίας, όπου και διασώζεται ο αρχικός τετράπλευρος πεσσός.

Η νότια πλευρά της στοάς του ναού ήταν ανοιχτή και η στέγη της υποβασταζόταν από τρείς μαρμάρινους κίονες, οι οποίοι διατηρούνται στην αρχική τους θέση. Στους κορμούς των κιόνων, διακρίνονται στο ύψος των 1,10μ, εγκοπές, οι οποίες χρησίμευαν για τη στερέωση θωρακίων ή απλών ξύλινων κάγκελων. Οπότε η νότια στοά του ναού, υπήρξε ανοιχτή , γεγονός που αποκρύπτει ο τοίχος που χτίστηκε στους νεοτέρους χρόνους, ώστε να διευρυνθεί ο εσωτερικός χώρος του ναού.

G:\σάρωση αρχείων\5.jpg

Εικόνα 10: Ναός Ταξιαρχών-Νότια πλευρά

Τέλος, η δυτική πλευρά της στοάς του ναού, φράσσεται, κατά τους νεότερους χρόνους από τοίχο, μεταγενέστερο του υαλόφρακτου νάρθηκα που προαναφέραμε.

 

Κρύπτη

Κάτω από τον κυρίως ναό βρίσκεται η υποδομή, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως ταφική κρύπτη. Η κρύπτη, διαιρείται σε επιμέρους διαμερίσματα που διαχωρίζονται με ισχυρή τοιχοποιία, πεσσούς και τόξα που καλύπτονται με χαμηλούς θόλους και άτεχνα σταυροθόλια. Σε αρκετά σημεία μεταξύ των πεσσών, εμφανίζονται αρκοσόλια που χρησιμοποιήθηκαν ως χώροι ταφής. Ο χώρος της κρύπτης δίνει την αίσθηση μιας τρίκλιτης διάταξης, η οποία ενισχύει την υπόθεση μιας παρόμοιας διάρθρωσης και στο ανώτερο επίπεδο του ναού, αυτό όμως είναι κάτι που θα μελετηθεί αργότερα.

Η κρύπτη έχει ακριβώς τις ίδιες διαστάσεις με τον άνωθεν ναό, ήτοι 14,05χ13,65μ. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για κρύπτη, παρά για το ισόγειο του ναού. Το γεγονός ότι η κρύπτη δεν βρισκόταν υπό του εδάφους, επιβεβαιώνει και η παρουσία στενών και επιμηκόντων παραθύρων, στις τρεις πλευρές της (βόρεια, δυτικά και νότια), αλλά και τα εξωτερικά στηριζόμενα σε αυτήν ,υπόστεγα. Η διάταξη της κρύπτης ακολουθεί την διάταξη του υπερκείμενου ναού.

G:\σάρωση αρχείων\4.jpg

Εικόνα 11: Κάτοψη της κρύπτης

Στα της κρύπτης, υπάρχει εγκάρσια καμάρα που ανταποκρίνεται στο δυτικό τμήμα της περιμετρικής στοάς του υπερκείμενου ναού. Επίσης, υπάρχουν άλλες τρείς στοές που κατευθύνονται από δυτικά προς ανατολικά, και αντιστοιχούν στο κεντρικό κλίτο του ναού και στις δύο εκατέρωθεν αυτού ,στοές. Η βόρεια και η μέση στοά της κρύπτης, καταλήγουν ανατολικά σε δύο εξαιρετικά χονδρές, εξωτερικές ημικυλινδρικές αψίδες, που χρησίμευαν ως βάση για τις αντίστοιχες αψίδες του άνωθεν ναού( πεντάπλευρη του κεντρικού κλίτους και τρίπλευρη του βορείου διαμερίσματος του ναού). Μάλιστα το αβαθές της ημικυκλικής κόγχης της κρύπτης ,αλλά και το μεγάλο πάχος του ημικυκλικού υπόβαθρου, ενισχύει την υπόνοια ότι το βόρειο διαμέρισμα του κυρίως ναού αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη, κατά τους βυζαντινούς χρόνους,γεγονός που δικαιολογεί και την υπάρχουσα ασυμμετρία.

Οι δύο κόγχες, στις οποίες καταλήγουν η βόρεια και η κεντρική στοά της κρύπτης, αλλά και το μικρό τετράγωνο διαμέρισμα στο οποίο καταλήγει η νότια στοά, στην ανατολική πλευρά της κρύπτης είναι οστεοφυλάκια. Αποδεικτικό της χρήσης των κογχών ως οστεοφυλακίων, αποτελεί το μικρό τετράγωνο παράθυρο, που βρίσκεται στον τοίχο που φράσσει τη μέση κόγχη. Η ύπαρξη του παραθύρου, αποκλείει την υπόθεση η κόγχη να κινηθεί για να τελεστεί λειτουργία.

Η δυτική πλευρά της κρύπτης, παρουσιάζει ορισμένες δυσκολίες ως προς την ερμηνεία της χρήσης της. Και αυτό γιατί ακολούθησαν πολλές μεταγενέστερες αλλοιώσεις από τους Τούρκους. Ο δυτικός τοίχος της κρύπτης, παρουσιάζει μία στενή καμάρα, που πιθανότατα χρησίμευε ως είσοδος στην κρύπτη. Εξωτερικά ,η καμάρα αυτή δεν είναι πια ορατή λόγω τουρκικών προσκτισμάτων, που αποτέλεσε υπόβαθρο για τον υαλόφρακτο νάρθηκα της δυτικής πλευράς του κυρίως ναού. Η καμάρα που χρησίμευε ως είσοδος στην κρύπτη, πιθανότατα χρησίμευε και ως βαθύ για την κλίμακα ανόδου (πιθανώς διπλή) στον ναό. Μάλιστα υπάρχουν υπόνοιες ότι εντός των Τούρκων προσκτισμάτων υπάρχουν υπολείμματα της καμάρας αυτής. Άλλωστε η τοποθέτηση κλίμακας ανόδου σε άλλο σημείο του ναού, θεωρείται αδύνατη, λόγω της στοάς που ήταν προσκολλημένη στη νότια και βόρεια πλευρά της κρύπτης.

 

Κατά μήκος των στοών, στους σχηματιζόμενους μεταξύ τους τοίχους, αλλά και στη βόρεια πλευρά της κρύπτης, ανοίγονται όχι πολύ βαθιοί ,τρίπλευροι χώροι ,που φέρουν άνω τόξο. Πρόκειται για τάφους, μέσα στους οποίους υπήρχε σαρκοφάγος, όχι μονόλιθος. Η σαρκοφάγος αποτελεί το από μαρμάρινη πλάκα ή και πλίνθινο τοίχο που έφρασε το πρόσθιοG:\σάρωση αρχείων\3.jpg

μέρος του τάφου και μίας άλλης πλάκας που τοποθετούνταν οριζόντια και χρησίμευε ως κάλυμμα. Πάνω από τη σαρκοφάγο το τόξο παρέμενε ανοιχτό, ο τάφος δεν παρουσίαζε τη μορφή αρκοσολίου. Σπάνια λεπτομέρεια και ιδιαιτερότητα των τάφων αυτών, αποτελεί η ύπαρξη στη δυτική πλευρά τους, αβαθούς ορθογώνιας κοιλότητας (διαστάσεις: 0,25x 0,55x1,05μ) που καταλήγει σε τόξο. Ο σκοπός που εξυπηρετούσε η κοιλότητα αυτή παραμένει άγνωστος, αλλά πιθανολογείται ότι με αυτόν τον τρόπο αυξανόταν το μήκος του τάφου.

 

Διάκοσμος

Στο εσωτερικό του ναού ,έχουν διασωθεί ελάχιστα στοιχεία εσωτερικής διακόσμησης. Συγκεκριμένα διασώθηκαν σπαράγματα από την παράσταση της Ανάληψης και της Πεντηκοστής , στο ανατολικό και στο δυτικό αέτωμα αντίστοιχα. Υπάρχει μαρτυρία του Ξυγγόπουλου, που είδε ο ίδιος τις τοιχογραφίες το 1927, οι οποίες δεν ήταν ορατές καθώς καλύπτονταν από την τουρκική ξύλινη στέγη. Επίσης έχουν διασωθεί δύο μαύρες μορφές, που μπορούν να ενωθούν στη ζωγραφική τεχνοτροπία του 14ου αιώνα και βρίσκονται στο σημείο του ανοίγματος του οποίου συγκοινωνεί το Ιερό με την Πρόθεση (βόρειο διαμέρισμα). Είναι πολύ πιθανό να υπάρχουν και άλλα τμήματα τοιχογραφιών κάτω από τις επικονιάσεις των Τούρκων.

Εξωτερικοί, ο ναός παρουσιάζει πλαστική διαμόρφωση με αλλεπάλληλα τόξα, κτιστούς κιονίσκους και οδοντωτές ταινίες, απλές ή διπλές, που καλύπτουν τα πάνω τμήματα των τοίχων. Χαρακτηριστική είναι και η τοιχοδομία του ναού ,που συνίσταται σε αλλεπάλληλες ζώνες από ακανόνιστους λίθους ,με παρατιθέμενα τεμάχια πλίνθων. Συγκεκριμένα στην ανατολική πλευρά του ναού, υπάρχουν ζώνες που κοσμούνται μόνο από πλίνθους που επαναλαμβάνουν το σχήμα Χ. Αυτό το είδος της τοιχοδομίας συναντάται και σε άλλους μικρούς ναούς της υστεροβυζαντινής περιόδου, όπως για παράδειγμα στον Άγιο Νικόλαο τον Ορφανό και το καθολικό της Μονής Βλατάδων.

C:\Users\user\Pictures\20140603_110908.jpgC:\Users\user\Pictures\20140603_110913.jpg

Εικόνα 13: Κεραμοπλαστικός διάκοσμος-Ανατολική πλευρά ναού

Αξίζει να σημειώσουμε ότι η πλαστική διαμόρφωση των εξωτερικών επιφανειών, όπως και τα πλίνθινα κοσμήματα , παρατηρούνται μόνο στο πάνω μέρος του οικοδομήματος, σε αυτό δηλαδή που αντιστοιχεί στον κυρίως ναό. Αντιθέτως οι τοίχοι της κρύπτης, παρουσιάζουν τοιχοδομία αμελή και πρόχειρη θα λέγαμε. Την εξήγηση για αυτό το γεγονός, μας δίνουν οι λεπτές παραστάδες που βρίσκονται στη βόρεια και νότια εξωτερική πλευρά της κρύπτης. Το ύψος των παραστάδων αυτών, φτάνει στα όρια του υπερκείμενου ναού και μαρτυρεί ότι στις δύο αυτές πλευρές της κρύπτης, στηρίζονταν στοά ή κάποιου είδους υπόστεγο, που η στέγη του υποβαστάζονταν από αυτές τις παραστάδες από την μία πλευρά, από κίονες ή ξύλινους στύλους από την. άλλη. Το ίδιο μαρτυρεί και ο κάθετος τοίχος που διασώζεται στο δυτικό άκρο της νότιας πλευράς της κρύπτης,

 

ΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΣΗΜΕΡΑ

 

Στο εσωτερικό του ναού, στον επάνω όροφο υπάρχει καθολική ανακατασκευή του ναού. Το δάπεδο του ναού είναι από μάρμαρο, οι τοίχοι έχουν σοβατιστεί και βαφτεί και υπάρχουν πολλές σύγχρονες αγιογραφίες. Ο ναός εμφανίζει τον σύγχρονο εκκλησιαστικό διάκοσμο της εποχής μας με πολυελαίους, παράθυρα με βιτρό, μαρμάρινο και ξύλινο τέμπλο και ξύλινα καθίσματα για τους πιστούς. Στη νότια πλευρά του ναού, αυτή που πιθανώς αντιστοιχεί στην νότια στοά του περίστου, υπάρχει σειρά από μαρμάρινους κίονες. Οι κίονες σαφώς και υποκαθιστούν τους κίονες που είχε ο ναός, σε αυτή την πλευρά, στο παρελθόν. Στην πρόσθια πλευρά της νότιας στοάς, στη σειρά των κιόνων, έχουν διασωθεί τρείς αυθεντικοί μαρμάρινες κίονες, που αναφέρονται στις έρευνες που μελετήσαμε προηγουμένως. Και οι τρείς εμφανίζουν διαφορετικά κιονόκρανα, η μία στρογγυλό, η άλλη τετράγωνο και η τρίτη κυλινδρικό. Στους κίονες αυτούς, σε απόσταση περίπου ενός μέτρου από το δάπεδο, υπάρχουν χαρακτηριστικά βαθουλώματα που πιθανότατα υποστήριζαν κάποιου είδους κάγκελα. Το γεγονός αυτό ενισχύει την πεποίθηση ότι η νότια στοά του ναού ήταν ανοιχτή.

C:\Users\user\Pictures\20140603_111506.jpg

Εικόνα 14: Οι τρείς μαρμάρινοι κίονες

C:\Users\user\Pictures\20140603_111804.jpg

Εικόνα 15: Οι εσοχές στους κίονες

Τα άλλα τμήματα του ναού που διαχωρίζονται από τη βυζαντινή περίοδο είναι οι τοιχογραφίες της Ανάληψης και της Πεντηκοστής. Η τοιχογραφία της Ανάληψης βρίσκεται πάνω από το Ιερό, αντί της Πλατυτέρας όπως συνηθίζεται. Η τοιχογραφία της Πεντηκοστής βρίσκεται ακριβώς απέναντι ,σε μεγάλο ύψος. Και οι δύο τοιχογραφίες βρίσκονται σε μέση κατάσταση και χρήζουν συντήρησης.



C:\Users\user\Pictures\20140603_112113.jpg

C:\Users\user\Pictures\20140603_112945.jpg

Εικόνα 16 α-β: Η αγιογραφία της Αναλήψεως

 

C:\Users\user\Pictures\20140603_111932.jpg

Εικόνα 17: Η αγιογραφία της Πεντηκοστής

 

Στο εσωτερικό του Ιερού, βρίσκονται επίσης κάποιες παλιές τοιχογραφίες της βυζαντινής περιόδου που δεν γνωρίζουμε τι απεικονίζουν.

C:\Users\user\Pictures\20140603_112449.jpg

C:\Users\user\Pictures\20140603_112514.jpg             C:\Users\user\Pictures\20140603_112540.jpg

Εικόνα 18 α-β: Παλαιές αγιογραφίες από το εσωτερικό του Ιερού

 

Χαρακτηριστικό είναι το οδοντωτό αέτωμα που έχει διασωθεί, μπαίνοντας στο ναό στην κορυφή του μετά τη δυτική στοά. Το αέτωμα αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό των ναών της περιόδου και παρόμοιο βρίσκουμε και στον Άγιο Νικόλαο τον Ορφανό. Ενισχύει την άποψη ότι από το σημείο που βρίσκεται άρχιζε ουσιαστικά ο πρωταρχικός ναός και ότι οι στοές (δυτική, βόρεια και νότια) προστέθηκαν μεταγενέστερα. Επίσης η ύπαρξη του αετώματος αποτελεί θετικό στοιχείο για την κατάταξη του ναού ως μονόχωρου ταφικού παρεκκλησιού.

C:\Users\user\Pictures\20140603_111342.jpg

C:\Users\user\Pictures\20140603_111326.jpg

Εικόνα 19 α-β: Το οδοντωτό αέτωμα στο εσωτερικό του ναού

Η κρύπτη του ναού στις μέρες μας, είναι αφιερωμένη στους Αγίους Θεοδώρους, καθώς αυτό ήταν το όνομα των δύο πρωτεργατών της επαναθεμελίωσης και της επαναλειτουργίας της.



C:\Users\user\AppData\Local\Microsoft\Windows\Temporary Internet Files\Content.Word\20140603_110648.jpg

Η κρύπτη έχει διατηρηθεί όπως κτίσθηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους, με ελάχιστες παρεμβάσεις. Στο εσωτερικό της έχουν προστεθεί καθίσματα για τους πιστούς, κάποια ξύλινα ντουλάπια που λειτουργούν ως αποθηκευτικοί χώροι και το ξύλινο τέμπλο του Ιερού. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Κρύπτη λειτουργεί κανονικά ως χώρος χριστιανικής λατρείας με μεγάλο αριθμό πιστών. Τα αρκοσόλια της κρύπτης έχουν διατηρηθεί και είναι εύκολα ορατά στον επισκέπτη. Πριν την είσοδο στην κυρίως κρύπτη , υπάρχει ένας προθάλαμος που έχει ανακατασκευαστεί πλήρως. Η κρύπτη έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα και ιδιαίτερο περιβάλλον.

C:\Users\user\Pictures\20140603_105742.jpg

Εικόνα 20: Η εσωτερική είσοδος της κρύπτης




C:\Users\user\Pictures\20140603_110056.jpg      C:\Users\user\Pictures\20140603_110106.jpg

 

C:\Users\user\Pictures\20140603_110128.jpg

Εικόνα 21 α-β: Το εσωτερικό της κρύπτης

 

C:\Users\user\Pictures\20140603_110140.jpg



C:\Users\user\Pictures\20140603_110156.jpg

Εικόνα 22 α-β: Τα αρκοσόλια




Βιβλιογραφία:

1.Νάκου, 2001 : Ε.Νάκου, ΜΟΥΣΕΙΑ: ΕΜΕΙΣ, ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, νήσος, Αθήνα 2001.

2. Ναλμπάντης, 1997 : ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Φιλολογική επιμέλεια: Δ. Ναλμπάντης, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1997, εκδόσεις ΡΕΚΟΣ

3. Ξυγόπουλος, 1952 : Α. Ξυγγόπουλος, Τέσσαρες μικροί ναοί της Θεσσαλονίκης εκ των χρόνων των Παλαιολόγων, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1952.